Οι επιδράσεις της σωματικής άσκησης στην ψυχική υγεία

Εμπόδια στις σχέσεις
Εμπόδια στις σχέσεις
Μάιος 22, 2017
Γνωστική συμπεριφορική ψυχοθεραπεία
Γνωστική Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία
Μάιος 22, 2017
Επιδράσεις σωματικής άσκησης στην ψυχική υγεία

Είναι γεγονός ότι η σωματική κατάσταση επηρεάζει την ψυχική υγεία και το αντίστροφο. H ψυχολογική επιβάρυνση μπορεί να κλονίσει την υγεία μας και να προκαλέσει άκρως ενοχλητικές ή και επικίνδυνες ψυχοσωματικές παθήσεις.

Οι νευροβιολόγοι έχουν αναφερθεί στη λειτουργία των ορμονών και των νευροδιαβιβαστών που εκκρίνονται στον εγκέφαλο όταν αθλούμαστε. Για την καλή διάθεση που προκαλείται μετά την άθληση θεωρήθηκαν καταρχήν υπεύθυνες σε μεγάλο βαθμό οι ενδορφίνες.

Μελέτες ψυχολόγων, σε μία ομάδα ανθρώπων που ασκούταν 3 φορές την εβδομάδα για μία ώρα και σε μία ομάδα που δεν ασκούταν έδειξαν ότι οι πρώτοι δήλωναν ήδη μετά από μερικές εβδομάδες «λιγότερο νευρικοί»,  «πιο ήρεμοι και πιο ευδιάθετοι» και «συνολικά πιο επαρκείς και πιο δυνατοί σε δύσκολες και δυσάρεστες καταστάσεις της καθημερινότητας».

Η απόφαση κάποιου να ασκηθεί είναι ήδη ένα πρώτο βήμα που σημαίνει πολλά. Με την απόφαση αυτή αναλαμβάνει την ευθύνη για τον εαυτό του, παίρνει πρωτοβουλίες και δραστηριοποιείται για κάτι που του κάνει καλό. Ενώ σε πολλούς άλλους τομείς της ζωής (επάγγελμα, σχέσεις, χρήματα) η αποτελεσματικότητα ή η επιτυχία των πράξεων μας εξαρτάται από πολλούς παράγοντες στους οποίους δεν έχουμε άμεση επίδραση, στην άθληση εξαρτώνται μόνο από εμάς τους ίδιους και το σωστό ζύγισμα των προσδοκιών μας.

Όταν κάποιος κάνει μία μετρημένη εκτίμηση των δυνατοτήτων του και δεν βάζει πολύ ψηλά τον πήχη, τότε με την άσκηση βιώνει επιτυχίες που είναι αναγκαίες για την ψυχική του ισορροπία. Οι επιτυχίες τονώνουν την αυτοεκτίμηση μας. Ίσως έτσι να εξηγείται μεγάλο μέρος της θετικής επίδρασης της άσκησης στην διάθεση μας: οι άνθρωποι που έχουν μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση αισθάνονται πιο ικανοποιημένοι γενικά, τολμούν περισσότερα και έτσι βέβαια πετυχαίνουν και περισσότερα.

Οι βασικοί τομείς στη ζωή ενός ανθρώπου είναι η οικογένεια, οι κοινωνικές επαφές, η εργασία και το χόμπυ. Ένας άνθρωπος για να νιώθει ικανοποιημένος χρειάζεται να είναι καλά σε αυτούς τους τομείς.

Πολλοί άνθρωποι πριν αρχίσουν να αθλούνται φοβούνται πως δεν θα καταφέρουν τίποτα επειδή «έχω χρόνια να ασκηθώ, έχω σκουριάσει», «ποτέ δεν ήμουν αθλητικός τύπος». Αρχίζοντας όμως από χαμηλά και αυξάνοντας σταδιακά την δυσκολία της άσκησής τους βλέπουν ότι τα καταφέρνουν και μπορούν σιγά-σιγά να ανεβάσουν το «επίπεδο» τους. Μ’ αυτό τον τρόπο ξεπερνούν τους αρχικούς τους φόβους.

Οι ψυχολόγοι ισχυρίζονται ότι η εμπειρία αυτή της υπέρβασης κάποιων λιγότερο ή περισσότερο σοβαρών αρχικών ενδοιασμών και φόβων γενικεύεται και ίσως αυτός να είναι ο λόγος που οι άνθρωποι που αθλούνται αισθάνονται πιο έτοιμοι και πιο επαρκείς να αντιμετωπίσουν δύσκολες καταστάσεις και προκλήσεις και σε άλλους τομείς της ζωής τους. Όταν κινούμαστε (περπατάμε με γρήγορο ρυθμό, τρέχουμε, κάνουμε γυμναστική, χορεύουμε) και βρούμε «το ρυθμό μας» τότε ξεκινάει μέσα στο κεφάλι μας ένα είδος «διαλογισμού». Το μυαλό μας «αδειάζει» και η σκέψη μας περιστρέφεται μόνο γύρω απ’ την άσκηση μας. Μπαίνει έτσι ένα «στοπ» στις δυσάρεστες και αγχωτικές σκέψεις, μια διαδικασία απαραίτητη όχι μόνο για να «καθαρίσει» εκείνη τη στιγμή το μυαλό αλλά και για να μαθαίνουμε να ελέγχουμε και να περιορίζουμε τις βασανιστικές και αυτοκαταστροφικές αλληλουχίες αρνητικών σκέψεων που πολύ συχνά μας καταδυναστεύουν.

Σχετικά με τον χορό και την κίνηση ο εξελικτικός ψυχολόγος Piaget αναφέρει πως δεν υπάρχει μάθηση χωρίς κίνηση, η κίνηση μας δίνει επαφή με τη ζωή. Όταν χορεύουμε είμαστε σε επαφή με τα συναισθήματά μας και επικοινωνούμε μ’ αυτά. Επίσης, με τον χορό ενεργοποιείται το συμπαθητικό νευρικό σύστημα και είμαστε σε εγρήγορση με αυξημένους καρδιακούς παλμούς. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως ενεργοποιείται και το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα όπου μειώνονται οι καρδιακοί παλμοί και μπορούμε να ηρεμήσουμε. Ο χορός και η κίνηση είναι μία τέχνη κι εμείς οι δημιουργοί,  άρα είμαστε τέχνη.

Ο Freud αναφέρει πως τα ένστικτα λειτουργούν σαν σταθερή δύναμη. Δεν πηγάζουν από έξω αλλά από το σώμα μας και είναι χρήσιμο να τα αφήνουμε να δραπετεύουν. Όταν τα συναισθήματα δεν εκφράζονται μένουν στα ζωτικά μας όργανα και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μειώνεται το ανοσοποιητικό σύστημα και να δημιουργούνται ψυχοσωματικά προβλήματα.

Η εκμάθηση ενός χορού απαιτεί νοητικές λειτουργίες. Μία απ αυτές είναι η μνήμη και τα διάφορα είδη της όπως η ακουστική, οπτική, κινητική, βραχύχρονη και μακρόχρονη, δηλωτική και άδηλη. Επίσης απαιτεί τη νοητική λειτουργία της μάθησης,  την ανάκληση,  την  προσοχή, τον σχεδιασμό κά . Μπορεί επίσης να ανασύρει αναμνήσεις και ευχάριστα συναισθήματα.

Κατά την εκμάθηση βημάτων η συνθήκη της εκμάθησης, το πρόσωπο και η φωνή του εκπαιδευτή, οι κινήσεις που κάνει, τα σχόλια των υπολοίπων, τα αστεία και οι ερωτήσεις όλα αποθηκεύονται στην επεισοδιακή μνήμη του χορευτή. Επιπλέον πληροφορίες για την εκτέλεση της κίνησης, η δυναμική και η σχέση με το έδαφος, η μουσική, τα βήματα του καβαλιέρου αποθηκεύονται στη σημασιολογική μνήμη. Και όλες οι αισθησιοκινητικές πληροφορίες αποθηκεύονται στην άδηλη μνήμη.

Στον χορό ή σε διάφορα αθλήματα υπάρχει μεγάλη εξάσκηση και κάποιος μπορεί να κάνει έντονη προσπάθεια σε μία παράσταση ή έναν αγώνα. Ακόμα και αν οι κινητικές δεξιότητες ή οι νοητικές αναπαραστάσεις είναι επίκτητες και  μαθημένες, η εκτέλεσή τους μπορεί να γίνει κάτω από συναισθηματική και χρονική πίεση. Αρνητικά συναισθήματα όπως το άγχος δεν έχουν απαραίτητα αρνητική επίδραση στην εκτέλεση, αλλά μπορούν να ενισχύσουν την ικανότητα προσαρμογής σε συγκεκριμένες καταστάσεις ή να δώσουν κίνητρο για συγκεκριμένες πράξεις. Το άγχος ενός αθλητή ή αθλούμενου μπορεί να ενισχύσει την ευαισθησία του στον κίνδυνο ή σε κρίσιμες καταστάσεις, προωθώντας την υιοθέτηση αμυντικών στρατηγικών και την εμπλοκή τους σε καταστάσεις λήψης αποφάσεων. Το μοντέλο ελέγχου του άγχους και της εκτέλεσης των Carver and Scheier’s (1981, 2000) επιβεβαιώνει ότι το άγχος μπορεί να έχει είτε διευκολυντικές είτε εξουθενωτικές επιδράσεις στην εκτέλεση και αυτό εξαρτάται από την ικανότητα του ατόμου να διαχειριστεί το άγχος του και να εκτελέσει την πράξη. Έρευνα δείχνει πως κολυμβητές που είχαν θετικές προσδοκίες των στόχων τους ερμήνευαν το άγχος ως διευκολυντικό σε σχέση μ’ αυτούς που είχαν αρνητικές προσδοκίες.

Συμπερασματικά είναι πολλές και σημαντικές οι επιδράσεις της σωματικής άσκησης στην ψυχική και σωματική υγεία. Επίσης είναι φανερό ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένα είδη άσκησης που είναι κατάλληλα για συγκεκριμένες ψυχολογικές καταστάσεις. Γι’ αυτό, ο καθένας που αποφασίζει να βάλει την άσκηση στη ζωή του για να νιώσει καλύτερα σωματικά και ψυχικά θα πρέπει να αναζητήσει το είδος άσκησης που δημιουργεί αυτές ακριβώς τις ψυχολογικές συνθήκες που παρουσιάζουν έλλειψη στην καθημερινή του ζωή.

Βιβλιογραφία

  • Brauninger I. (2012). Dance movement therapy group intervention in stress treatment: A randomized controlled trial (RCT). The Arts in Psychotherapy, 39, (5), 443-450.
  • Carver C. S., Sutton, S. K., & Scheier, M. F (2000). Action, emotion, and personality: Emerging conceptual integration. Personality and Social Psychology Bulletin, 26, 741-751.
  • Carver C. S., & Scheier, M. F (1981). Attention and self–regulation: A control – theory approach to human behavior. New York: Springer-Verlag
  • Piaget, J. (1977). The role of action in the development of thinking. In Knowledge and development (pp. 17–42). Springer US.
  • Raoul R. D. Oudejans (2009). Training with anxiety has a positive effect on expert perceptual – motor performance under pressure. The Quarterly Journal of Experimental Psychology, 62, 1631-1647